Κυριακή 11 Μαΐου 2008

Για την αισθητική του άθλιου και το χυδαίου

Εκφράζοντας τις ευχές μου για έναν Καλό Χρόνο, στο παρακάτω κείμενο διατυπώνω περιληπτικά μία αισθητική κρίση για την καθημερινότητά.

Το ωραίο θεωρούνταν πάντα κάτι το υψηλό. Έτσι, άνθρωποι σοφοί, προσπάθησαν να εγκλωβίσουν το ωραίο μέσα στις λέξεις και την αισθητική. Ο Kant λέει ότι: είναι μάταιο να αναζητούμε μία αρχή του γούστου που να παρέχει, μέσω καθορισμένων εννοιών, ένα καθολικό κριτήριο του ωραίου διότι αυτό που ζητάμε είναι ανέφικτο και αντιφάσκει προς τον εαυτό του. Ακόμα καλύτερα το λέει ο Σκαρίμπας όταν αναφέρει: για τα πάντα υπάρχει νόμος, για τα μάτια όχι-όμως, κι αν υπάρχει παρανόμως. Στο πλαίσιο αυτό επισημαίνεται η υποκειμενικότητα των παρακάτω παρατηρήσεων.

Η αγωνία για το ωραίο είναι δόκιμη σε κοινωνίες που το αναζητούσαν. Σήμερα όμως, φαίνεται ότι η αναζήτηση αυτή αλλάζει προσανατολισμό και αυτό που διακρίνουμε σε μία καθημερινότητα δεν είναι το ωραίο, αλλά το άθλιο και το χυδαίο Και πώς τα διακρίνουμε αυτά;

Το άθλιο είναι εμφανές σε κατασκευές οι οποίες δεν είναι μελετημένες αισθητικά-αρχιτεκτονικά δημιουργούνται εν μία νυκτί και είναι ατσούμπαλες, άσχημες, φθηνές, απρόσεκτες. Το άθλιο, το κακομοιρούλι-άθλιο, πάσχει λόγω άγνοιάς και αδυναμίας του και ζητάει συμπάθεια και κατανόηση. Στο άθλιο παρατηρούμε τα υλικά του να φθείρονται και να είναι ευμετάβλητο σε διάφορες περιβαλλοντικές συνθήκες. Το άθλιο δεν αντέχει στο χρόνο και καταρρέει αφού κανείς δεν φροντίζει να το συντηρήσει (επειδή ακριβώς είναι άθλιο).

Με οδηγό μία μεταφυσική της κατασκευής, δηλαδή την προσωποποίηση τελικά των δημιουργημάτων μας, παρατηρούμε την αθλιότητα στην κοινωνική συμπεριφορά εξαρτώμενων ατόμων χωρίς προσωπικότητα, παιδεία και περηφάνια. Αθλιότητα εξάλλου παρατηρείται και στην εξομοίωση της μή-έκπληξης από την εξίσωση των προσωπικοτήτων, από τα προϊόντα της μαζικής κουλτούρας.

Άθλια είναι πολλά προϊόντα μαζικής παραγωγής που παράγονται (κατά κανόνα σήμερα στην Κίνα) -χωρίς αισθητική και χαρακτήρα- ενώ άθλιες (σύμφωνα με μαρτυρίες) είναι οι συνθήκες ζωής των ανθρώπων που παράγουν τα προϊόντα αυτά.

Το άθλιο, δεν κονταροχτυπιέται με το ωραίο. Απλά στερείται παιδείας και πολιτικής αγωγής. Βιάζει την αισθητική μας, αλλά είμαστε υπεύθυνοι γι αυτό. Είναι αυτό που αν του έδινε κάποιος λίγη προσοχή θα μπορούσε να είναι ωραίο.

Αντίθετα το χυδαίο, είναι βάρβαρο. Χυδαία μπορεί να είναι μία υπερπολυτελής -συνήθως μεγάλου μεγέθους- κατασκευή, μία μεγάλη διαφημιστική πινακίδα, ένα μεταμοντέρνο τηλέφωνο που δεν θυμάται πλέον πώς τηλεφωνάει.

Με οδηγό ξανά την μεταφυσική της κατασκευής παρατηρείται ότι σαν κοινωνική συμπεριφορά, το χυδαίο απαντάται στην εξουσία και την διαχείρισή της από ανώριμους ανθρώπους. Σε χυδαίες σχέσεις εξάρτησης που επιβάλλονται για να οδηγήσουν το σύνολο σε αθλιότητες (μίζες, διαπλοκή κ.λ.π.).

Παράλληλα το χυδαίο διακρίνεται σε μετά-νέο-ελληνικούς χώρους διασκέδασης με διασκεδαστές και διασκεδάστριες «ψιλής (με γιώτα) κουλτούρας» και σε χυδαίες συμπεριφορές ανθρωπίσκων που στέκονται στην πόρτα αυτών των χώρων (πορτιέρηδων), οι οποίοι λειτουργούν ως άλλοι θεματοφύλακες της αισθητικής του τόπου, κατέχοντας το πολιτισμικό επίπεδο μιας αμοιβάδας. Εξίσου χυδαία είναι η σπατάλη του χρήματος, οι κώδικες συμπεριφοράς και οι επιλογές των αξεσουάρ -αυτοκινήτων, ρούχων, κομμώσεων- που επιβάλλονται στους χώρους αυτούς.

Έτσι το χυδαίο επιβάλλεται εκ των άνω. Έχει δύναμη και κονταροχτυπιέται πλήρες συνειδήσεως με την αισθητική και το ωραίο. Υποστηρίζει πάσα αθλιότητα χωρίς ωστόσο να διεκδικεί τα πνευματικά της δικαιώματά. Και όπως φαίνεται αντέχει στον χρόνο…

Και λέει ο Δάσκαλος: όλα εν Τέχνη τελούνται.

Και αναρωτιέμαι ‘γω τώρα: Ποια Τέχνη να ζήσω όταν βλέπω και παρατηρώ παντού το άθλιο και το χυδαίο στην καθημερινότητά μου; Και τι να κάνω που τρέμω μήπως γίνω μέρος τους;

Έτσι, λέω τουλάχιστον να τα γράψω εδώ χάμω, μήπως και κοιμηθώ καλύτερα.


Υ.Γ.
Σχετικά με αυτό το κειμένο, εκφράζω θρμές ευχαριστίες στον Αντώνη Χριστοφίδη, μιας και οι βασικές ιδέες του κειμένου, μολονότι άσχετες με την λίμνη, προέκυψαν την περίοδο που συνεργαζόμασταν για την σύνταξη του τεύχους 4 " Το τοπίο της λίμνης" στο έργο "Διερεύνηση των δυνατοτήτων διαχείρισης και προστασίας της λίμνης Πλαστήρα ".