Κυριακή 13 Οκτωβρίου 2024

Ενεργειακή αυτάρκεια

Yπάρχει μια μεγάλη διαπραγμάτευση για το αν θέλουμε φωτοβολταικά και ανεμογεννήτριες. 

Είναι όμως αδιαπραγμάτευτο ότι θέλουμε να ζούμε σε ένα περιβάλλον με ενεργειακή ευημερία.  

Μπορεί μια περιοχή να έχει ενεργειακή ευημερία με ΑΠΕ χωρίς να εισάγει ηλεκτρικό ρεύμα, πετρέλαιο, φυσικό αέριο και λιπάσματα (που είναι προϊόντα ενεργειακής έντασης)?  

Σαν μελέτη περίπτωσης επέλεξα τον Δήμο Μαντουδίου-Λίμνης-Αγίας Άννας στην Βόρειο Εύβοια. Σε αυτή τη περιοχή, το 2008 υπήρχε μια συζήτηση να εγκατασταθεί μια μονάδα λιθάνθρακα αλλά ευτυχώς ματαιώθηκε γιατί υπήρξε σφοδρή αντίδραση από τις τοπικές κοινωνίες

Ο δήμος αυτός έχει ~12 000 κατοίκους και καλλιεργούνται περίπου 100 000 στρέμματα. Οι βασικές ενεργειακές του ανάγκες είναι οι ανάγκες των κατοίκων και οι ενεργειακές ανάγκες για την αγροτική παραγωγή που συνεπάγονται και την άντληση νερού από τον υπόγειο υδροφορέα. Σαν λύση για την διατήρηση του υδροφορέα, υπολογίζεται ως ενεργειακή ανάγκη και η αφαλάτωση.

Ο Δήμος Μαντουδίου-Λίμνης-Αγίας Άννας στην Βόρειο Εύβοια

Ενεργειακές ανάγκες ανα κάτοικο

Ενεργειακές ανάγκες για την αγροτική παραγωγή ανα εκτάριο (10 στρέμματα)

Οι ενεργειακές πηγές της περιοχής είναι πολύ συγκεκριμένες: τα ποτάμια, ο ήλιος και ο άνεμος, η βιόμαζα από το δάσος και τις ελιές και ενεργειακές καλλιέργειες που θα μπορούσαν να γίνουν στην περιοχή. 

Περισσότερο αναλυτικά:  

Στο δήμο υπάρχουν δύο ποτάμια ο Νηλέας και ο Κηρέας που δεν έχουν αξιοσημείωτες πτώσεις για να εγκατασταθούν σοβαρά Υ/Ε έργα. Το υδραυλικό δυναμικό τους μπορεί να παράγει την ηλεκτρική ενέργεια για ~500 κατοίκους.  

Τα ποτάμια της περιοχής

Άλλη ενεργειακή πηγή είναι ο ήλιος και ο άνεμος. Στο παρακάτω διάγραμμα είναι τα δεδομένα του μετεωρολογικού σταθμού που διαχειρίζεται το πανεπιστήμιο Πατρών για το 2023. 

Ημερήσιος μέσος όρος μετεωρολογικών δεδομένων (2023)

Από αυτά εξάγονται τα παρακάτω: 
  • Στο διάγραμμα φαίνεται η ηλιακή ενέργεια που παίρνουμε από ένα τ.μ. Φ/Β κοντά στην θερινό ηλιοστάσιο, με πορτοκαλί και την χειμερινό ηλιοστάσιο, με μπλε. Το ρεύμα που παίρνουμε είναι όταν έχει ήλιο. Χωρίς μπαταρία, το βράδυ δεν μπορούμε να ανάψουμε ούτε λάμπα. Επίσης, όπως φαίνεται στο διάγραμμα, υπάρχουν διάφορες τυχαίες αυξομειώσεις λόγο συννεφιάς. 
Παραγωγή ρεύματος από Φ/Β στο θερινό και το χειμερινό ηλιοστάσιο
  • Στο διάγραμμα φαίνεται η αιολική ενέργεια που θα παράγονταν από μια τυπική ανεμογεννήτρια 3MW τις ίδιες μέρες. Όπως φαίνεται, η ενέργεια από τον άνεμο έρχεται εντελώς στοχαστικά, όποτε φυσάει, ενώ έχει και πολύ μεγάλες διακυμάνσεις. Άρα, χωρίς αποθήκευση για να την χρησιμοποιήσουμε όταν την θέλουμε, είναι τυχαίο το αν θα μας είναι χρήσιμη.  

Παραγωγή ρεύματος από ανεμογεννήτρια 3 MW στο θερινό και το χειμερινό ηλιοστάσιο

Έχω εκτιμήσει ότι η ελάχιστη μπαταρία που θα μπορούσαμε να βάλουμε για ημερήσια ρύθμιση, με την σημερινή τεχνολογία και τις αντίστοιχες τιμές, θα απαιτούσε περίπου την διπλάσια επένδυση.  

Αλλά είναι δόκιμο να βάζουμε μπαταρίες στα δάση ή στα χωράφια? Και αν γίνει, με τι προδιαγραφές μπορεί να γίνει? Τι θα συμβεί σε μια πυρκαγιά ή μια πλημμύρα?  

Παρ όλα τα παραπάνω ερωτηματικά, με τις κατάλληλες μπαταρίες ημερήσιας ρύθμισης: 

  • Με το υπάρχον ενεργειακό μίγμα μια ανεμογεννήτρια στην περιοχή παράγει ρεύμα για περίπου ~900 κατοίκους και 10 στρέμματα Φ/Β για ~120 κατοίκους 
  • Αν ο ηλεκτρισμός ήταν η μόνη πηγή ενέργειας, είχαμε ηλεκτρικά αυτοκίνητα, A/C και δεν χρησιμοποιούσαμε καμία άλλη ενεργειακή πηγή, μία ανεμογεννήτρια θα έδινε ρεύμα σε ~150 κατοίκους και 10 στρέμματα Φ/Β σε ~20 κατοίκους. 

Στο παρακάτω διάγραμμα βλέπουμε την συνολική εικόνα της δυναμικής των ενεργειακών πηγών της περιοχής. Ας προσέξουμε λίγο την δυναμική της βιόμαζας που παράγεται κάθε έτος από το δάσος και τις ελιές.  

Η δυναμική των ενεργειακών πηγών της περιοχής

Αν χρησιμοποιούσαμε την βιόμαζα που παράγει το δάσος και οι ελιές κάθε έτος, πριν την πυρκαγιά του 2021, το δάσος θα μπορούσε, όχι μόνο να καλύψει όλες τις ανάγκες των κατοίκων και των γεωργικών δραστηριοτήτων, αλλά μέχρι και να δώσει νερό από αφαλάτωση, ακόμα και για την άρδευση όλων των καλλιεργειών.  

Σήμερα, αν το δάσος που έχει απομείνει αξιοποιούνταν ορθολογικά και υπήρχαν τα αντίστοιχα εργοστάσια που θα μετέτρεπαν την ενέργεια της βιόμαζας των ξύλων σε ηλεκτρισμό, θα μπορούσαν να καλυφθούν με αξιοπιστία, όλες τις ενεργειακές ανάγκες των κατοίκων.  

Αν θεωρούσαμε ότι θέλουμε να παράξουμε βιοντίζελ από αντίστοιχες ενεργειακές καλλιέργειες (ελεοκράμβη ή ηλίανθο) αυτές θα ήταν ανταγωνιστικές με την παραγωγή τροφίμων. Ακόμα όμως και αν γίνονταν ενεργειακές καλλιέργειες σε όλες τις καλλιεργούμενες εκτάσεις της περιοχής, δεν θα καλύπτονταν ούτε το μισό των συνολικών ενεργειακών αναγκών των κατοίκων.  

Με το υπάρχων ενεργειακό μίγμα και με ημερήσια ρύθμιση, οι ανάγκες των κατοίκων καλύπτονται με 1000 στρέμματα Φ/Β ή 15 ανεμογεννήτριες. Αν βάζαμε 6000 στρέμματα Φ/Β, ή 87 ανεμογεννήτριες, θα καλύπτονταν οι ενεργειακές ανάγκες των κατοίκων ακόμα και αν είχαμε ηλεκτρικά αυτοκίνητα και A/C για θέρμανση-ψύξη χειμώνα-καλοκαίρι. 

Όσον αφορά τις ανεμογεννήτριες, αντίθετα με τις αντιδράσεις που ακούγονται για τους δρόμους που πρέπει να ανοίξουν στο δάσος για να πάνε στην τελική θέση εγκατάστασής τους, αυτό μου φαίνεται ως εξαιρετικά θετικό παρελκόμενο που θα προστάτευε το δάσος από μια ενδεχόμενη πυρκαγιά. Στα δικά μου μάτια, αυτούς τους δρόμους, τους βλέπω σαν αντιπυρικές ζώνες. 

Βάζω όμως τα τρία παρακάτω ερωτηματικά για τις ΑΠΕ.

1 ερωτηματικό για τις ΑΠΕ

Το πρώτο ερωτηματικό το βάζω γιατί, όπως έδειξα, δεν θεωρώ τις ΑΠΕ χρήσιμες αφού παράγουν τυχαία ενέργεια, όποτε θέλουν αυτές και όχι όποτε θέλουμε εμείς. Όσο δεν υπάρχει ρύθμιση και αποθήκευση της ενέργειας που παράγουν, εμένα μου φαίνονται άχρηστες. Τα ίδια ερωτήματα βάζουν πλέον οι Γερμανοί και οι Σουηδοί. 

2 ερωτηματικό για τις ΑΠΕ

Το δεύτερο ερωτηματικό το βάζω γιατί η μετοχή της Siemens καταβαραθρώθηκε πέρυσι επειδή στον πραγματικό κόσμο, καταλάβαμε ότι ο χρόνος ζωής των ΑΠΕ είναι μικρότερος από τα 20 χρόνια που είχαν εκτιμηθεί αρχικά. 

Άρα τι θα γίνουν οι ανεμογεννήτριες στο τέλος του χρόνου ζωής τους που θα έρθει σύντομα? Το ίδιο ερώτημα θέτουν η WSJ και το Bloomberg.  


3 ερωτηματικό για τις ΑΠΕ

Το τρίτο ερωτηματικό είναι το κόστος της ενέργειας.  

Η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού, έχασε το «δημόσια» το 1999 όπου και ιδιωτικοποιήθηκε. Στην αρχή η ΔΕΗ είχε στόχο να πουλάει την ηλεκτρική ενέργεια όσο το δυνατόν φτηνότερα, όπως φαίνεται στον ιδρυτικό της νόμο. Αυτό όμως άλλαξε με τα κριτήρια της οικονομίας της αγοράς και το χρηματιστήριο ενέργειας.  

Ο ιδρυτικός νόμος της ΔΕΗ

Σε πρόσφατη εργασία δείξαμε τις τιμές του ρεύματος ενός μέσου νοικοκυριού στην Ελλάδα από το 1968 μέχρι σήμερα.  

Αποπληθωρισμένες τιμές της τιμής της οικιακής kWh (1968-2023)

Αν εξετάσουμε τώρα το ενεργειακό μίγμα μετά το 2000 που εμφανίστηκαν οι ΑΠΕ, όσο περισσότερο ρεύμα είχαμε από ΑΠΕ (που είναι ο οριζόντιος άξονας) τόσο μεγαλύτερη ήταν η τιμή του ρεύματος (κατακόρυφος άξονας). Ο συσχετισμός αυτός φαίνεται από τις μπλε τελείες στο παρακάτω διάγραμμα. Η μπλε διακεκομμένη γραμμή είναι η τάση. 

Αυτό δικαιολογείται απ’ το ότι την ενέργεια που παράγουν οι ΑΠΕ, την πληρώνουμε ακριβά στους παραγωγούς επειδή ακριβώς είναι ΑΠΕ.  

Η τιμή του ρεύματος συσχετισμένη με την ηλεκτρική ενέργεια από ΑΠΕ (200 -2020)

Εκτός όμως ότι η ενέργεια από ΑΠΕ είναι ακριβή, όπως έδειξα παραπάνω χρειάζεται τύχη για να είναι χρήσιμη, με αποτέλεσμα πολύ συχνά να την πετάμε επειδή παράγεται όποτε θέλει αυτή και όχι όποτε την θέλουμε εμείς. Δηλαδή παράγουμε και χρησιμοποιούμε κάτι το οποίο είναι εν γένει άχρηστο και ακριβό.  

Άρα αντί να έχουμε μια καμπύλη εκμάθησης της τεχνολογίας και όσο περισσότερο χρησιμοποιούμε ΑΠΕ το ρεύμα να γίνεται φτηνότερο, το ρεύμα γίνεται ακριβότερο.  

Προϊόντος του χρόνου, όταν ωριμάσουν οι τεχνολογίες, τα παραπάνω ερωτήματα οφείλουν να απαντηθούν. Αν μείνουν αναπάντητα, οι ΑΠΕ θα εγκαταλειφθούν.  

Μέχρι λοιπόν ωριμάσουν οι τεχνολογίες, η καλύτερη λύση για την ενεργειακή αυτάρκεια αυτής της περιοχής θα ήταν η διαχείριση των ξύλων, δηλαδή της βιόμαζας του δάσους και η αξιοποίηση της ετήσιας παραγόμενης βιόμαζας από τις ελιές. 

Με κατάλληλες υποδομές, η εκμετάλλευση της ετήσιας παραγόμενης βιόμαζας θα μπορούσε να καλύψει με συνέπεια το σύνολο των ενεργειακών αναγκών των κατοίκων, κάτι που θα ωφελούσε και το δάσος  και τους κατοίκους. 

Υ.Γ. 

Βλ. σχετικά: 

Sargentis G.-F.; Ioannidis R.; Dimitriadis,P.; Malamos N.; Lyra O.; Kitsou O.; Kougkia M.; Mamassis N.; Koutsoyiannis D. Energy Self-Sufficiency in Rural Areas, Case Study: North Euboea, Greece, Advances in Environmental and Engineering Research, 2766-6190, 2024. https://doi.org/10.21926/aeer.2404025

Sargentis G-F, Ioannidis R, Mamassis N, Zoukos V, Koutsoyiannis D. A Review of the Energy Policy in Greece in the Last 50 Years and Its Implications for Prosperity. Clean Energy and Sustainability 2024, 2, 10021. https://doi.org/10.70322/ces.2024.10021

Κυριακή 11 Φεβρουαρίου 2024

Το πλέγμα νερού, ενέργειας και τροφίμων, το 1950 και σήμερα

Η εργασία μας The Role of Technology in Water-Energy-Food Nexus. Case Study: Kerinthos, North Euboea, Greece στο Frontiers, υποβλήθηκε στις 23.11.2023 και έγινε αποδεκτή για δημοσίευση μετά τις αναθεωρήσεις στις 6.2.2024.

Στην εργασία αυτή δείχνουμε το πλέγμα-νερού ενέργειας και τροφίμων το 1950 σε σύγκριση με σήμερα στην Κήρινθο, ένα χωριό στην Βόρεια Εύβοια που έχει δίπλα του ένα κάμπο όπου καλλιεργούνται περίπου 5500 στρέμματα και ένα ποτάμι που τον διασχίζει. Το  ετήσιο ύψος βροχής στην περιοχή είναι 657 mm, κοντά στον Ελληνικό μέσο όρο. 

Για να κάνω την περιγραφή της αγροτικής καλλιέργειας του σιταριού το 1950 τον Ιούλιο του 2023 o πεθερός μου, Δημήτρης Κούγκιας, που γεννήθηκε το 1938, μου περιέγραψε τη ζωή στο χωριό, τις καλλιεργητικές πρακτικές και την λειτουργία του πλέγματος νερού-ενέργειας και τροφίμων. 

Όσον αφορά το νερό γίνονταν μια συλλογική εργασία απ’ τους κατοίκους του χωριού για να γίνει μια δέση του ποταμού (ένα φράγμα από κορμούς) που οδηγούσε το νερό σε ένα αυλάκι (που το ‘λεγαν μυλαύλακο). Το μυλαύλακο απαιτούσε κι αυτό μια συλλογική εργασία καθαρισμού κάθε χρόνο. Μέσα απ’ το μυλαύλακο, το νερό πήγαινε στον υδρόμυλο της περιοχής, και στην συνέχεια άρδευε τα χωράφια.  

Ανάγοντας την συλλογική εργασία για την συντήρηση των υδραυλικών έργων από τους κατοίκους σε ενεργειακές μονάδες την υπολόγισα 45 GJ/έτος. Το νερό που πέρναγε από αυτές τις υδραυλικές υποδομές, (δέση και μυλαύλακο), απέδιδε στον υδρόμυλο 170 GJ/έτος. Σήμερα η άρδευση του κάμπου γίνεται με γεωτρήσεις, η εκτιμώμενη ενέργεια που καταναλώνεται είναι περίπου 350 GJ/έτος για να δώσει περίπου το 1/5 του νερού που έπαιρναν το 1950.  

Το 1950 η ενέργεια που δίνονταν στις καλλιέργειες προέρχονταν από τον άνθρωπο και τα ζώα. Επειδή όμως τα ζώα απαιτούν και φαΐ, μέσα στους υπολογισμούς έβαλα και την απαιτούμενη έκταση για την καλλιέργεια της τροφής των ζώων (περίπου 20 στρέμματα για δύο βόδια) και την ενέργεια που έδιναν οι άνθρωποι για την καλλιέργεια αυτής της τροφής.  

Για να πάρω δεδομένα για την καλλιέργεια του σιταριού σήμερα, μίλησα με ανθρώπους στο χωριό που καλλιεργούν σιτάρι με σύγχρονες μεθόδους, τρακτέρ και λιπάσματα. Και το πετρέλαιο αλλά και τα λιπάσματα (που είναι προϊόντα ενεργειακής έντασης), μετατράπηκαν σε ενεργειακές μονάδες. 

Οι αγροτικές δραστηριότητες έχουν πολλούς αστάθμητους παράγοντες όπως: πόσο γόνιμο είναι το χωράφι, τι καιρό θα κάνει, αν θα πέσει καμία αρρώστια,  αν χτυπήσουν την καλλιέργεια ακρίδες ή αγριογούρουνα, πόσο δυνατό είναι το τρακτέρ, πόσα και τι λιπάσματα χρησιμοποιούνται. Γι αυτό τα συμπεράσματα που προκύπτουν είναι σε τάξη μεγέθους. Συγκρίνοντας το τότε με το τώρα στην καλλιέργεια του σιταριού, προκύπτει ότι:  

  • Η εργασία που χρειάζεται για να καλλιεργηθεί ένα εκτάριο, δηλαδή 10 στρέμματα, με σιτάρι το 1950 ήταν 72 μέρες, ενώ σήμερα είναι περίπου 5 μέρες.  
  • Για χωράφια που δεν είναι ιδιαίτερα γόνιμα η αναμενόμενη παραγωγή ανά εκτάριο το 1950 ήταν κάτι λιγότερο από ένα τόνο ενώ σήμερα είναι κάτι λιγότερο από τέσσερεις τόνους
  • Το σύνολο της ενέργειας που χρειάζονταν ανά εκτάριο το 1950 (ανθρώπινη ενέργεια και ζώα) ήταν περίπου 2 000 MJ/ha ενώ σήμερα, τα καύσιμα και τα λιπάσματα που χρησιμοποιούνται ανάγονται σε περίπου 46 000 MJ/ha 
  • Οι ενεργειακοί δείκτες δεν έχουν βελτιωθεί από το 1950, δηλαδή έχουμε πολύ διαθέσιμη ενέργεια και πιέζουμε τη γη να βγάλει περισσότερη παραγωγή. Δεν το κάνουμε όμως περισσότερο αποδοτικά.  
  • Κάνοντας την αναγωγή του πόσο σιτάρι αντιστοιχούσε σε κάθε αγρότη για ένα του μεροκάματο, βλέπουμε ότι το 1950 ο αγρότης ζούσε λίγο πιο πάνω απ’ αυτό που θεωρούμε σήμερα όριο της ακραίας φτώχειας. Πριν τον αναδασμό που έγινε το 1930 όπου τα χωράφια δεν ήταν των χωρικών αλλά του τσιφλικά και οι κολλήγοι έπρεπε να δίνουν την μισή παραγωγή τους στον τσιφλικά, είναι βέβαιο ότι οι χωρικοί ζούσανε κάτω από αυτό που σήμερα θεωρούμε ως όριο της ακραίας φτώχειας.  
  • Ένας αγρότης το 1950 τάιζε περίπου 10 ανθρώπους. Ένας αγρότης το 2020 ταίζει περίπου 1000 ανθρώπους, δηλαδή οι περίπου 30 άνθρωποι που ασχολούνται σήμερα με την γεωργία σε αυτό το χωριό, αν έβαζαν μόνο σιτάρι, θα μπορούσαν να ταΐζουν το 1% του πληθυσμού της Αθήνας δηλαδή μια περιοχή σαν τον δήμο Βριλησσίων. Άρα πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι η τεχνολογική εξέλιξη της γεωργίας είναι το προαπαιτούμενο για την ύπαρξη των πόλεων και του σύγχρονου τρόπου ζωής. 

Το πλέγμα νερού ενέργειας και τροφίμων εκείνη την εποχή ήταν περισσότερο σύνθετο γιατί οι πόροι ήταν περιορισμένοι και οι άνθρωποι προσπαθούσαν να το βελτιστοποιήσουν. Σήμερα απλά δίνουμε περισσότερη ενέργεια έτσι ώστε να έχουμε περισσότερα τρόφιμα. Αυτό, δεν το κάνουμε αποδοτικότερα, ούτε αξιοποιούμε όλους τους διαθέσιμος πόρους. Για παράδειγμα η υδραυλική ενέργεια του ποταμού που τότε γύριζε τον μύλο και σήμερα θα μπορούσε να δώσει ηλεκτρική ενέργεια, πάει στη θάλασσα και χάνεται. Παράλληλα το υπόγειο νερό (που δεν είναι ανανεώσιμος πόρος) πάει για άρδευση ενώ το ποτάμι πάει στην θάλασσα αναξιοποίητο. 

Άρα θα όφειλε να επανεξεταστεί η λειτουργία του πλέγματος νερού-ενέργειας και τροφίμων, να βελτιστοποιηθούν οι καλλιεργητικές πρακτικές με οικονομίες κλίμακας και συστηματική έρευνα και μέσω κατάλληλων υποδομών να αξιοποιηθούν τα νερά του ποταμού που χάνονται.  

Όσον αφορά τώρα την παραγωγή του σιταριού, το παράλογο είναι ότι, τον Ιούλιο του 2023 την ώρα που οι εφοδιαστικές αλυσίδες έχουν διαταραχθεί, με την κατάρρευση της συμφωνίας των σιτηρών στην Ουκρανία και με τους περιορισμούς των εξαγωγών του ρυζιού από την Ινδία και ο πληθωρισμός των τροφίμων ήταν 12% στην Ελλάδα, οι αγρότες πούλησαν το σιτάρι στους εμπόρους 0.22 ευρώ το κιλό, μια τιμή που έκανε την καλλιέργεια μη συμφέρουσα οικονομικά.   

Δηλαδή τελικά οι αγρότες, αντί να βγάλουν ένα μεροκάματο, δουλέψανε για να καλλιεργήσουνε τα χωράφια τους και μπήκαν μέσα. Στην ουσία πλήρωσαν πετρέλαια και λιπάσματα από την τσέπη τους για το δικό μας φαγητό μας και εκβιάστηκαν να πουλήσουν τη σοδειά τους για να μειώσουν την χασούρα τους.  

Αν βλέπαμε τον κόσμο ορθολογικά μέσα από το πλέγμα νερού ενέργειας και τροφίμων, αυτές οι αναταράξεις δεν θα έπρεπε να μας εκπλήσσουν. Καθώς οι τιμές της ενέργειας αυξήθηκαν λόγω της ρωσο-ουκρανική σύγκρουσης και οι καλλιέργιες απαιτούν πολλή ενέργεια (καύσιμα και λιπάσματα), είναι προφανές ότι οι αγρότες θα αντιμετώπιζαν προβλήματα.  

Την ίδια ώρα, οι ελίτ της δύσης ζητώντας τον περιορισμό των λιπασμάτων και της κατανάλωσης ενέργειας για την αντιμετώπιση του διαπραγματεύσιμου αφηγήματος της “κλιματικής αλλαγής” έχουν μπει στο άρμα της αποανάπτυξης και θέλουν να περιορίσουν τα λιπάσματα αλλά και την ενέργεια που δίνουμε για την παραγωγή τροφίμων. 

Όμως σήμερα δεν υπάρχουν διαθέσιμες οι ενεργειακές πηγές (τα ζώα) ούτε υπάρχουν τα εργαλεία (δρεπάνια και άροτρα) για να γυρίσουν οι αγρότες σε παλαιότερες καλλιεργητικές πρακτικές. Ακόμα όμως και αν βρεθούν τα ζώα και τα άροτρα, η παραγωγή θα είναι τόσο μικρή για κάθε μέρα εργασίας τους που ίσα ίσα θα επιβίωναν λίγο πάνω από το όριο της ακραίας φτώχιας και απλά δεν θα περισσεύει φαΐ για να ταΐσουν εμάς τους υπόλοιπους. 

Άρα πρέπει να γίνει ξεκάθαρο ότι ο πόλεμος στους αγρότες δεν αφορά μόνο τους αγρότες. Επειδή ένας αγρότης ταίζει πολύ κόσμο αυτό είναι ζήτημα επιβίωσης και για τους ανθρώπους που ζουν στις πόλεις. 

Η αύξηση του κόστους ενέργειας και ο συνακόλουθος περιορισμός της,  υπογραμμίζει την ανάγκη επανεξέτασης της ευστάθειας του κόσμου. Μια πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση είναι να αντιληφθούμε ότι μια ευημερούσα κοινωνία δεν στηρίζεται στην αφθονία του χρήματος που ούτε πίνετε, ούτε μας ζεσταίνει ούτε τρώγεται, αλλά στην αφθονία του πλέγματος νερού, ενέργειας και τροφίμων που είναι το θεμέλιο της κοινωνικής ευημερίας. 

Κάπου εδώ όμως αρχίζει να αναρωτιέται κανείς μήπως γίνεται ένας συστηματικός πόλεμος της αγοράς για την εξόντωση των αγροτών. Πόσο τυχαίο είναι δηλαδή ότι, την περίοδο του θερισμού, η τιμή του σιταριού ήταν εξευτελιστική και μόλις οι αγρότες πούλησαν το σιτάρι τους, η τιμή του αυξήθηκε? 

Μέχρι λοιπόν να καταφέρουμε ως κοινωνία να βελτιστοποιήσουμε το πλέγμα νερού-ενέργειας και τροφίμων με κατάλληλες υποδομές και καλλιεργητικές πρακτικές, έχει σημασία να διαλέξουμε με ποιους θα πάμε και ποιους θ’ αφήσουμε.  

Γιατί αν τελικά καταφέρουν οι ελιτ να εξοντώσουν τους αγρότες, θα έρθουν οι νεο-τσιφλικάδες που θα μας ταίζουν ζουζούνια. 

Υ.Γ.

Σχετικές παρουσιάσεις στο youtube: για το πλέγμα νερού ενέργειας και τροφίμων, για το χρήμα, για τον υπερπληθυσμό