Η εκπαίδευση στο Σχολείο έχει μια κανονικότητα. Και εκτός της κανονικότητάς της είναι μαζική και φωτεινή.
Γιατί το λέω αυτό:
Σε ανύποπτο χρόνο είχα συζητήσει με τον φίλο μου τον Φώτη για την δική του εκπαίδευση. Ο Φώτης είναι ταπετσέρης αυτοκινήτων και μάστορας καλός (βλ. την προσωπική του ιστοσελίδα).
Σε αντίθεση λοιπόν με την εκπαίδευση στο Σχολείο η εκπαίδευση των μαστόρων δεν έχει την ίδια κανονικότητα.
Τρία είναι τα βασικά σημεία της που προκύπτουν μέσα από σχετικές παροιμίες.
Αν δεν έχεις Γέρο, τον αγοράζεις
Για να μάθεις μια Τέχνη πρέπει να μαθητεύσεις.
Μπορεί να μαθητεύσει κανείς στον «Γέρο» του, στην οικογενειακή του επιχείρηση, αλλά μπορεί και να μην έχει αυτή την πολυτέλεια.
Έτσι λοιπόν θα επιλέξεις τον μάστορα που θα σου μάθει την Τέχνη του και θα σε εκπαιδεύσει.
Αλλά δεν θα σου μάθει τσάμπα. Θα σπαταλήσει ενέργεια, θα χρεωθεί και θα πληρώσει τα λάθη σου. Και πρέπει να τον αγοράσεις.
Και τον αγοράζεις, με τσάμπα εργασία, φτιάχνοντας καφέδες και κάνοντας πολύ βαρετές περιφερειακές δουλειές πειθαρχώντας σε αυτόν και βοηθώντας τον.
Για να μάθεις, πρέπει να σε κλάσει ο μάστορας
Η κουλτούρα των μαστόρων στηρίζεται στην ιδιαίτερη Γνώση τους και στα μυστικά της. Τα μυστικά για τους μαστόρους είναι ιδιαίτερα σημαντικά γιατί σε αυτά στηρίζεται η μοναδικότητα της Τέχνης τους και τελικά η ίδια η ατομικότητά τους, μιας και γι αυτούς, η δουλειά τους είναι μέρος της ζωής τους και διαμορφώνει τα προσωπικά στοιχεία του χαρακτήρα τους.
Η ιδιαιτερότητα των μυστικών τους επιβεβαιώνει ότι: «κάθε άνθρωπος δεν είναι απλώς ένα άτομο, αλλά κάτι το ανεπανάληπτο, το ιδιαίτερο πέρα για πέρα, το πάντοτε σπουδαίο και αξιοσημείωτο κέντρο όπου διασταυρώνονται τα φαινόμενα του κόσμου με έναν μοναδικό και ανεπανάληπτο χαρακτήρα».
Έχω καταλάβει ότι κάθε μάστορας, έχει (ή κάνει ότι έχει) ανακαλύψει κάτι καινούργιο. Κάτι που τον βοηθάει στην δουλειά του, κάτι που ομορφαίνει ή κάνει πιό ξεκούραστη την Τέχνη του, κάτι που αποτελεί το μυστικό του. Με την ανακάλυψή του, έχει συμβάλει με τον τρόπο του στην Τέχνη που υπηρετεί. Και μέσω αυτού ξεχωρίζει στα ίδια του τα μάτια αλλά και στα μάτια των άλλων.
Αυτό το κάτι όμως, το φυλάει για τον εαυτό του και τον διαχωρίζει από τους υπολοίπους. Είναι το κέντρο του και η ατομικότητά του.
Αυτό το κάτι δεν δημοσιεύεται (πόσο διαφορετική είναι αυτή η κουλτούρα σε σχέση με την κουλτούρα της επιστήμης και της επιθυμίας για διάχυση-δημοσίευση-αποκάλυψη).
Γι αυτό και όταν έστειλα ένα παλικαράκι, σε έναν αγαπημένο μου μάστορα, να του εξηγήσει μερικά πράγματα σχετικά με την Τέχνη του, για μια φοιτητική εργασία που έκανε, ο μάστορας με «ξεφώνησε».
Αλλά τον κατάλαβα. Τα μυστικά του ήταν μέρος της κουλτούρας του και η Γνώση του, η εξουσία του και το μεροκάματό του.
Επανερχόμενος λοιπόν στο σκεπτικό της παροιμίας, ο μαθητευόμενος πρέπει να μάθει την Γνώση και τα μυστικά του μάστορά του.
Και έλεγε ο Φώτης: όταν ο μάστορας δούλευε, δεν ήθελε να δει τις κινήσεις του (την Γνώση του-τα μυστικά του). Αλλά πήγαινε, πίσω απ’ την πλάτη του και προσπαθούσε να «πάρει μάτι». Και αν τον καταλάβαινε πίσω του, έκλανε για να φύγει.
Αλλά ποθούσε και διεκδικούσε την Γνώση, μέσα απ' τις βρωμερές μυρωδιές και την όποια ταλαιπωρία.
Έμαθες να μαστορεύεις και γ____ τον μάστορά σου?
Όταν ολοκληρωθεί αυτή η εκπαίδευση, συμβαίνει ο χωρισμός από τον μάστορα, η αμφισβήτηση και η ανα-δημιουργία.
Υπάρχει λοιπόν, στην διαλεκτική αυτή, η σχετική παροιμία . Η παροιμία διαπιστώνει πως, στη κατάσταση ολοκλήρωσης, προκύπτει μια συγκρουσιακή σχέση.
Η σύγκρουση αυτή, ολοκληρώνει την διαδικασία εκπαίδευσης.
Συμπερασματικά
Αυτή ήταν μιας άλλης μορφής εκπαίδευση, η οποία,, μέσα στην απλότητά της, είναι εξαιρετικά σκληρή, μεταδίδεται με την προσωπική επαφή και τον προφορικό λόγο και είναι αυστηρά «ελιτίστικη».
Η εκπαίδευση αυτή όμως, αναδεικνύει την εξαιρετική πολυτέλεια του Σχολείου.
Ενός Σχολείου που δεν είναι αυτονόητο για όλους, ενός Σχολείου στο οποίο η Γνώση δίδεται απλόχερα (είναι μαζική) και με σύστημα, χωρίς μυστικά (είναι φωτεινή).
Και η κρίση μου είναι ότι έχουμε ξεχάσει ποιά ήταν-είναι η μετάδοση της Γνώσης έξω απ' το Σχολείο. Τι κόπος (!) και τι διαδικασίες (!) χρειάζονταν για να την διεκδικήσει κανείς αυτήν.
Και τα γράφω αυτά, έτσι ώστε κάποτε να καταλάβουμε και να αξιολογήσουμε γιατί οφείλουμε Τιμές και Χάρες σε Καλούς Δασκάλους στα Σχολεία που δίνουν αγώνα για να διδάξουνε την Γνώση -χωρίς μυστικά- σ’ ένα σκασμό παιδιά, για να γίνει ο Κόσμος μας καλύτερος.
Γιατί το λέω αυτό:
Σε ανύποπτο χρόνο είχα συζητήσει με τον φίλο μου τον Φώτη για την δική του εκπαίδευση. Ο Φώτης είναι ταπετσέρης αυτοκινήτων και μάστορας καλός (βλ. την προσωπική του ιστοσελίδα).
Σε αντίθεση λοιπόν με την εκπαίδευση στο Σχολείο η εκπαίδευση των μαστόρων δεν έχει την ίδια κανονικότητα.
Τρία είναι τα βασικά σημεία της που προκύπτουν μέσα από σχετικές παροιμίες.
- Αν δεν έχεις Γέρο, τον αγοράζεις (όπως έλεγε και ο μπάρμπα-Μήτσος)
- Για να μάθεις, πρέπει να σε κλάσει ο μάστορας
- Έμαθες και μαστορεύεις και γ____ τον μάστορά σου?
Αν δεν έχεις Γέρο, τον αγοράζεις
Για να μάθεις μια Τέχνη πρέπει να μαθητεύσεις.
Μπορεί να μαθητεύσει κανείς στον «Γέρο» του, στην οικογενειακή του επιχείρηση, αλλά μπορεί και να μην έχει αυτή την πολυτέλεια.
Έτσι λοιπόν θα επιλέξεις τον μάστορα που θα σου μάθει την Τέχνη του και θα σε εκπαιδεύσει.
Αλλά δεν θα σου μάθει τσάμπα. Θα σπαταλήσει ενέργεια, θα χρεωθεί και θα πληρώσει τα λάθη σου. Και πρέπει να τον αγοράσεις.
Και τον αγοράζεις, με τσάμπα εργασία, φτιάχνοντας καφέδες και κάνοντας πολύ βαρετές περιφερειακές δουλειές πειθαρχώντας σε αυτόν και βοηθώντας τον.
Για να μάθεις, πρέπει να σε κλάσει ο μάστορας
Η κουλτούρα των μαστόρων στηρίζεται στην ιδιαίτερη Γνώση τους και στα μυστικά της. Τα μυστικά για τους μαστόρους είναι ιδιαίτερα σημαντικά γιατί σε αυτά στηρίζεται η μοναδικότητα της Τέχνης τους και τελικά η ίδια η ατομικότητά τους, μιας και γι αυτούς, η δουλειά τους είναι μέρος της ζωής τους και διαμορφώνει τα προσωπικά στοιχεία του χαρακτήρα τους.
Η ιδιαιτερότητα των μυστικών τους επιβεβαιώνει ότι: «κάθε άνθρωπος δεν είναι απλώς ένα άτομο, αλλά κάτι το ανεπανάληπτο, το ιδιαίτερο πέρα για πέρα, το πάντοτε σπουδαίο και αξιοσημείωτο κέντρο όπου διασταυρώνονται τα φαινόμενα του κόσμου με έναν μοναδικό και ανεπανάληπτο χαρακτήρα».
Έχω καταλάβει ότι κάθε μάστορας, έχει (ή κάνει ότι έχει) ανακαλύψει κάτι καινούργιο. Κάτι που τον βοηθάει στην δουλειά του, κάτι που ομορφαίνει ή κάνει πιό ξεκούραστη την Τέχνη του, κάτι που αποτελεί το μυστικό του. Με την ανακάλυψή του, έχει συμβάλει με τον τρόπο του στην Τέχνη που υπηρετεί. Και μέσω αυτού ξεχωρίζει στα ίδια του τα μάτια αλλά και στα μάτια των άλλων.
Αυτό το κάτι όμως, το φυλάει για τον εαυτό του και τον διαχωρίζει από τους υπολοίπους. Είναι το κέντρο του και η ατομικότητά του.
Αυτό το κάτι δεν δημοσιεύεται (πόσο διαφορετική είναι αυτή η κουλτούρα σε σχέση με την κουλτούρα της επιστήμης και της επιθυμίας για διάχυση-δημοσίευση-αποκάλυψη).
Γι αυτό και όταν έστειλα ένα παλικαράκι, σε έναν αγαπημένο μου μάστορα, να του εξηγήσει μερικά πράγματα σχετικά με την Τέχνη του, για μια φοιτητική εργασία που έκανε, ο μάστορας με «ξεφώνησε».
Αλλά τον κατάλαβα. Τα μυστικά του ήταν μέρος της κουλτούρας του και η Γνώση του, η εξουσία του και το μεροκάματό του.
Επανερχόμενος λοιπόν στο σκεπτικό της παροιμίας, ο μαθητευόμενος πρέπει να μάθει την Γνώση και τα μυστικά του μάστορά του.
Και έλεγε ο Φώτης: όταν ο μάστορας δούλευε, δεν ήθελε να δει τις κινήσεις του (την Γνώση του-τα μυστικά του). Αλλά πήγαινε, πίσω απ’ την πλάτη του και προσπαθούσε να «πάρει μάτι». Και αν τον καταλάβαινε πίσω του, έκλανε για να φύγει.
Αλλά ποθούσε και διεκδικούσε την Γνώση, μέσα απ' τις βρωμερές μυρωδιές και την όποια ταλαιπωρία.
Έμαθες να μαστορεύεις και γ____ τον μάστορά σου?
Όταν ολοκληρωθεί αυτή η εκπαίδευση, συμβαίνει ο χωρισμός από τον μάστορα, η αμφισβήτηση και η ανα-δημιουργία.
Υπάρχει λοιπόν, στην διαλεκτική αυτή, η σχετική παροιμία . Η παροιμία διαπιστώνει πως, στη κατάσταση ολοκλήρωσης, προκύπτει μια συγκρουσιακή σχέση.
Η σύγκρουση αυτή, ολοκληρώνει την διαδικασία εκπαίδευσης.
Συμπερασματικά
Αυτή ήταν μιας άλλης μορφής εκπαίδευση, η οποία,, μέσα στην απλότητά της, είναι εξαιρετικά σκληρή, μεταδίδεται με την προσωπική επαφή και τον προφορικό λόγο και είναι αυστηρά «ελιτίστικη».
Η εκπαίδευση αυτή όμως, αναδεικνύει την εξαιρετική πολυτέλεια του Σχολείου.
Ενός Σχολείου που δεν είναι αυτονόητο για όλους, ενός Σχολείου στο οποίο η Γνώση δίδεται απλόχερα (είναι μαζική) και με σύστημα, χωρίς μυστικά (είναι φωτεινή).
Και η κρίση μου είναι ότι έχουμε ξεχάσει ποιά ήταν-είναι η μετάδοση της Γνώσης έξω απ' το Σχολείο. Τι κόπος (!) και τι διαδικασίες (!) χρειάζονταν για να την διεκδικήσει κανείς αυτήν.
Και τα γράφω αυτά, έτσι ώστε κάποτε να καταλάβουμε και να αξιολογήσουμε γιατί οφείλουμε Τιμές και Χάρες σε Καλούς Δασκάλους στα Σχολεία που δίνουν αγώνα για να διδάξουνε την Γνώση -χωρίς μυστικά- σ’ ένα σκασμό παιδιά, για να γίνει ο Κόσμος μας καλύτερος.