Γύρω στο 2000 πέρναγα πολύ χρόνο στο χυτήριο του Νίκου Σπούρδου.
Ο Νίκος μου χύτευε τα γλυπτά μου με την τεχνική του χαμένου κεριού, μια τεχνική που όχι μόνο την γνώριζε βαθιά, αλλά σ' έκανε να ζεις και την ποιητική της.
Τ' απογεύματα, συνηθίζαμε να καθόμαστε έξω στη μικρή αυλή του χυτηρίου, ανάμεσα σε σπασμένα παλιά καλούπια γλυπτών πίνοντας το χρόνο μας.
Για μένα, όλη η σοφία του γλυκύτατου αυτού Μάστορα, είχε συμπυκνωθεί στο παρακάτω περιστατικό που θα μου μείνει αξέχαστο:
Μια μέρα που δουλεύαμε παρέα, ο Νίκος κόλλαγε με οξυγονοκόλληση τα μέρη ενός μεγάλου ανδριάντα. Λίγο πιο κει, εγώ έριχνα ένα γύψινο καλούπι, παραπέρα ο φούρνος έλιωνε κεριά... Μέσα στο χώρο, καπνοί, μουτζούρα, γύψοι, τα καλύτερα...
Απ' το πρωί φύσαγε δυνατός αέρας κι εμείς δουλεύαμε ασταμάτητα και σιωπηλά.
Το απόγευμα ο αέρας δυνάμωσε και άρχισε να χτυπιούνται οι λαμαρίνες της στέγης του χυτηρίου.
Συνεχίζαμε να δουλεύουμε ασταμάτητα και σιωπηλά.
Αργά το απόγευμα, ο αέρας δυνάμωσε ακόμα περισσότερο και αρχίσαμε να ακούμε να ρίχνει τις λεύκες έξω απ' το χυτήριο.
Κάπου εκεί, σηκώνει το κεφάλι ο Νίκος, βγάζει το μαύρο γυαλί της οξυγονοκόλλησης γυρνάει μαύρος μεσ' την μουτζούρα και μου λέει: "Φοίβο, ευτυχώς που δεν έχω κότερο γιατί, αν είχα κότερο, θ' ανησυχούσααα"... :-)
Βαριά κουβέντα Νίκο μου και μετά από κείνη την κουβέντα, ούτε απόκτησα αλλά ούτε και πόθησα να αποκτήσω κάθε μορφής "κότερο".
Συγχώρα με Νίκο μου, σ' αγαπούσα πολύ και είχα να σε δω χρόνια.
Ο Θεός να σε αναπαύσει.
Ο Νίκος μου χύτευε τα γλυπτά μου με την τεχνική του χαμένου κεριού, μια τεχνική που όχι μόνο την γνώριζε βαθιά, αλλά σ' έκανε να ζεις και την ποιητική της.
Τ' απογεύματα, συνηθίζαμε να καθόμαστε έξω στη μικρή αυλή του χυτηρίου, ανάμεσα σε σπασμένα παλιά καλούπια γλυπτών πίνοντας το χρόνο μας.
Για μένα, όλη η σοφία του γλυκύτατου αυτού Μάστορα, είχε συμπυκνωθεί στο παρακάτω περιστατικό που θα μου μείνει αξέχαστο:
Μια μέρα που δουλεύαμε παρέα, ο Νίκος κόλλαγε με οξυγονοκόλληση τα μέρη ενός μεγάλου ανδριάντα. Λίγο πιο κει, εγώ έριχνα ένα γύψινο καλούπι, παραπέρα ο φούρνος έλιωνε κεριά... Μέσα στο χώρο, καπνοί, μουτζούρα, γύψοι, τα καλύτερα...
Απ' το πρωί φύσαγε δυνατός αέρας κι εμείς δουλεύαμε ασταμάτητα και σιωπηλά.
Το απόγευμα ο αέρας δυνάμωσε και άρχισε να χτυπιούνται οι λαμαρίνες της στέγης του χυτηρίου.
Συνεχίζαμε να δουλεύουμε ασταμάτητα και σιωπηλά.
Αργά το απόγευμα, ο αέρας δυνάμωσε ακόμα περισσότερο και αρχίσαμε να ακούμε να ρίχνει τις λεύκες έξω απ' το χυτήριο.
Κάπου εκεί, σηκώνει το κεφάλι ο Νίκος, βγάζει το μαύρο γυαλί της οξυγονοκόλλησης γυρνάει μαύρος μεσ' την μουτζούρα και μου λέει: "Φοίβο, ευτυχώς που δεν έχω κότερο γιατί, αν είχα κότερο, θ' ανησυχούσααα"... :-)
Βαριά κουβέντα Νίκο μου και μετά από κείνη την κουβέντα, ούτε απόκτησα αλλά ούτε και πόθησα να αποκτήσω κάθε μορφής "κότερο".
Συγχώρα με Νίκο μου, σ' αγαπούσα πολύ και είχα να σε δω χρόνια.
Ο Θεός να σε αναπαύσει.